Σπάνια συνωμοσιολογία που ανθεί ευρύτατα σε στρώματα λαϊκών ανθρώπων είτε συνδέεται με τον προσωπικό τους χώρο είτε με τον δημόσιο, απέκτησε στη σύγχρονη πεζογραφία μια τόσο καίρια μορφή όσο στα διηγήματα του Γιάννη Γορανίτη ώστε τα «τυχαία» θραύσματα που τη συγκροτούν, σε συνδυασμό μ’ έναν χώρο όπως αυτός του τρένου που μέσα του αναπτύσσεται, να παραπέμπει σε μια εντελώς απροσδόκητη μεταφυσική της γλώσσας και των ανθρώπων.
Ολόκληρη η κριτική:
Γιάννης Γορανίτης
Βλέμματα στα βαγόνια
Οι είκοσι τέσσερις σταθμοί της γραμμής Κηφισιά – Πειραιάς γίνονται ισάριθμα διηγήματα που συνθέτουν μια «εποποιία» της καθημερινότητας της πόλης, υπόγειας και υπέργειας
Θα φανταζόταν κανείς πως ένα τόσο «εξωστρεφές» θέμα θα αξιοποιούνταν με ιστορίες ορατές με την πρώτη ματιά τόσο μέσα στα βαγόνια του συρμού όσο και στις αποβάθρες των σταθμών, ο Γορανίτης όμως επέλεξε τον δύσκολο δρόμο και εσωτερικοποίησε σε τέτοιον βαθμό το άμεσα προσφερόμενο υλικό, ώστε αντί για μια σύγχρονη – με την καλή έννοια – ηθογραφία, να συνθέσει μια «εποποιία» της καθημερινότητας, κατά το πρότυπο αμερικανών συγγραφέων, όπως, για παράδειγμα, ο Σολ Μπέλοου. Καθιστώντας την ορατότητα ως την πρώτη προϋπόθεση για την εξόρυξη ενός κρυφού, μυστικού βάθους τόσο πιο γοητευτικά δυσεξιχνίαστου όσο πιο απελπισμένη, περιθωριακή και έκνομη παραμένει η συνείδηση που το κυοφορεί. Με αποτέλεσμα ν’ αντιλαμβάνεται κανείς γιατί ο Γορανίτης επέλεξε το τρένο, αντί για το μετρό, που η πολύ πιο δαιδαλώδης σύνθεση του δεύτερου θα προσφερόταν φαινομενικά για ιστορίες ακόμη πιο συναρπαστικές, σε σχέση με την «ευθεία» που καλύπτει το τρένο, όπως είναι η διαδρομή Πειραιάς – Κηφισιά.
Τι εννοούμε ακριβώς: Οι ξεκομμένες, παράταιρες και συμπτωματικές κουβέντες των ανθρώπων, όπως φτάνουν στα αυτιά μας χωρίς νόημα και ειρμό, κατάλληλα επιλεγμένες και τοποθετημένες, αποκαλύπτουν όσον αφορά μια ψυχική και πνευματική κατάσταση, κάτι εξόχως σημαντικό όσο δεν θα το κατόρθωνε μια συγκροτημένη επιστημονική μελέτη. Φτάνει να ξεπεράσει κανείς τον εκνευρισμό που προκαλείται σε αρχικό στάδιο με το άκουσμά τους και κυρίως να συνδυαστούν οι παράταιρες και αποσπασματικές κουβέντες με μια σημειολογία όσον αφορά τις κινήσεις που τις συνοδεύουν. Οπως ακριβώς το κατορθώνει το βιβλίο του Γιάννη Γορανίτη «24». Η εκφορά του λόγου που έχει έναν τελείως συμπτωματικό και φαινομενικά ανώδυνο χαρακτήρα πιστώνεται σε μια αμείωτα γνήσια πηγή, αν συγκριθεί με τον λόγο που, μαζί με την επεξεργασία του, έχει υποστεί όσες αλλοιώσεις συνεπάγεται η επιδιωκόμενη, προκειμένου να του αποδοθεί ως τελικό εύσημο, έννοια της ειλικρίνειας.
Χωρίς βέβαια ν’ αποτελεί εξαίρεση, με μια όμως ιδιαιτερότητα στην έκφραση, ο Γιάννης Γορανίτης, με το πρώτο βιβλίο του, κινώντας σύνολα ανθρώπων, όσα τουλάχιστον επιβιβάζονται καθημερινά στο τρένο – πρεζόνια, μετανάστες, δημόσιοι υπάλληλοι, γιατροί, επίδοξοι συγγραφείς, άνεργοι, άστεγοι, επαίτες – με σωτήριο όμως αντίπαλο δέος, όσον αφορά τη γραφή, όχι μια αναμενόμενη ενδεχομένως σύγκρουση ανάμεσά τους, ή μια έκρηξη με κοινωνικό πρόσημο, αλλά κάτι το αδιόρατο, όπως είναι ο ασημί στύλος, ο ζεστός ακόμη από το χέρι της άγνωστης γυναίκας, όπου ακουμπάει το δικό της χέρι η ηρωίδα του διηγήματος «Ηράκλειο», αισθάνεσαι αίφνης τη διηγηματογραφία συνώνυμη του πιο βαθέως αποτυπώματος στο συλλογικό ασυνείδητο.
Γιάννης Γορανίτης
24
Εκδ. Πατάκη,
σελ. 206
Τιμή:
11,90 ευρώ
http://www.tanea.gr/old-page-categories/books/article/5559550/blemmata-sta-bagonia/